ΜΠΡΑΣΚΟ ΚΑΤΑ "ο ΔΑΣΚΑΛΟΣ"

Συνεντεύξεις - αφιερώματα ανθρώπων της υδατοσφαίρισης

ΜΠΡΑΣΚΟ ΚΑΤΑ "ο ΔΑΣΚΑΛΟΣ"

Δημοσίευσηαπό Lambros10 » Παρ Σεπ 23, 2011 12:36 am

Συνέντευξη στον Σωτήρη Κακίση (δημοσιεύθηκε και στο aquaticsnews)

Από πού ν΄αρχίσει κανείς; Σχεδόν ολόκληρη η ιστορία του ευρωπαϊκού πόλο ταξίδεψε όλ΄αυτά τα χρόνια μαζί του, κι αν όχι όλων των χωρών, σίγουρα της Ισπανίας –της Καταλονίας, για να συνεννοούμαστε- και της Ελλάδας από κοντά, επί τόσο μεγάλο διάστημα. Ο Μπράσκο Κατά, ο συγκινητικός «Πέπε» για τους φίλους του, ο εθνικός προπονητής, ο πραγματικός δάσκαλος, είναι αυτός που τόλμησε, σπάζοντας αντιλήψεις και προκαταλήψεις άλλων καιρών, να στηριχτεί πάντα στις νέες γενιές, όλο και πιό καινούργια πρόσωπα να στηρίζει.

«Πατέρας» λοιπόν στο διεθνή χώρο ενός Εστιάρτε κι ενός Μαυρωτά, ο Πέπε, είτε στις Εθνικές ήτανε, είτε στη Χίο, είτε στη Βουλιαγμένη, πάντα την ίδια νοοτροπία ακολούθησε, πάντα τον ίδιο τρόπο επέβαλε: με την αξία τους όλοι, κανένας σε «καρέκλα», κανείς χωρίς δύναμη, δουλειά και κολύμπι.

Ξαναβρεθήκαμε στην Ελλάδα.

Είναι τιμή μεγάλη η παρουσία του κοντά μας, η «εφ’ όλης της ύλης» συνέντευξή του, που ακολουθεί. Κι ας λειτουργήσει ίσως, αυτή η συνέντευξη, και λίγο σαν «κάθαρση» για τη μεγάλη ντροπή κάποτε, που κόκκινοι δήθεν φίλαθλοι έριξαν τη μεγάλη αυτή προσωπικότητα στου Παπαστράτειου μέσα τα νερά, με τα ρούχα.

..
ΜΠΡΑΣΚΟ ΚΑΤΑ:Η Ισπανία σε Ολυμπιακούς Αγώνες πρωτο-πήγε με το πόλο το 1920. Αλλά πόλο, ούτε καν κολύμπι, δεν υ-πήρχανε στην περιοχή της Βαρκελώνης που έμενα εγώ. Βέ-βαια, το πόλο όλο της Ισπανίας στη Βαρκελώνη είχε ξεκινήσει. Εμείς όμως κολυμβητήριο δεν είχαμε. Και βρήκαμε ένα παλιό, κλειστό πιά, εργοστάσιο ρούχων, με μιά μεγάλη στέρνα για τα ρούχα. Πισίνα αυτό το πράγμα δεν ήτανε, αλλά είχε μήκος 29 μέτρα και πλάτος 8, οκτώμισι. Εκεί κάναμε μιά πισίνα, τρεισί-μισι μέτρα βάθος, μιά εικοσπεντάρα δηλαδή, εκ των ενόντων. Εκεί ξεκινήσανε όλα...

-Μιλάμε για...;

-Μιλάμε για το 1944. Τότε πήγαμε κάποια παιδιά, ν΄αρχίσουμε κολύμπι, να γίνουμε μέλη. Και πληρώναμε κάθε μήνα. Εγώ τότε δεν ήξερα ούτε κολύμπι. Δεκαπέντε χρονών ήμουνα, και κολύμπι δεν ήξερα. Πήγαινα στον πάτο! Εκεί έμαθα, μέσα σε δυό ΄βδομάδες, κολύμπι, και πάνω στο μήνα, σ΄ένα μήνα-ενάμισι, έπεσα και σ΄αγώνες... Ως κολυμβητής. Ύπτιο, κι ελεύθερο. Σε πάρα πολύ δύσκολες μέρες, με φτώχεια μεγάλη ολόγυρα, με τις οικογένειες όλες πολύ δυσκολεμένες.

-Εσάς όμως σας κέρδισε το νερό.

-Με το που το πλησίασα. Με πήρε η αύρα, ο αέρας του νερού, κι από τότε δεν μ΄έχει αφήσει... Και σ΄ένα χρόνο μέσα, ο τότε προπονητής ξεκίνησε να φτιάχνει ομάδα με μικρά παιδιά, γιατί οι μεγάλοι που υπήρχανε, τριαντάρηδες, τριανταπεντάρηδες, ούτε για προπόνηση ήταν, ούτε για πολλά-πολλά.

Και στο πρωτάθλημα του ΄45 κατεβήκαμε οι μικροί. Γιατί, μας έβαλε και παίξαμε με τους μεγάλους, κι όποιος κέρδιζε, αυτός θα κατέ-βαινε στο πρωτάθλημα.
-Και;...

-Και κερδίσαμε οι μικροί 5-0. Γιατί εμείς τουλάχιστο κολυμπού-σαμε. Αλλά στο πόλο, γενικότερα τότε, πρόγραμμα δεν υπήρχε. Ο καθένας έκανε ό,τι του ΄ρχότανε. Στην Ισπανία, το μοναδικό σωματείο τότε που ήταν κάπως οργανωμένο, ήταν η Μπαρτσελόνα. Γιατί αυτοί είχανε κλειστό κολυμβητήριο, κάνανε προπόνηση όλο το χρόνο, και κερδίζανε συνέχεια τα πρωταθλήματα, μιά κι αντίπαλος δεν υπήρχε. Κερδίζανε τα ματς όλα με δεκαπέντε, είκοσι γκολ διαφορά. Να σκεφτείτε πως στην αρχή εμείς, όταν παίζαμε με τη Μπαρτσελόνα, είχα-με στόχο να βάλουμε ...ένα γκολ!

-Βουλιαγμένη της αρχής μου φαίνεται πως ήταν κι η Μεντιτεράνι σας. Τί θέση όμως παίζατε, Πέπε;

-Μη γελάσετε τώρα: ...Φουνταριστός! Στη Μεντιτέρανι, ως παί-κτης και κολυμβητής, έμεινα ώς το ΄51. Και μετά πήγα στη Μονζουίκ. Όπου όρεξη περισσότερη υπήρχε, πρόγραμμα πάλι μηδέν. Θα σας πω κάτι τρομερό: Εγώ, η πρώτη φορά που άκουσα λίγη πραγματική «μουσική για πόλο» ήταν το 1966! Ώς τότε, προπονητής να μας πει, «-Τώρα θα κάνουμε αυτό, τώρα θα παίξουμε μ΄αυτό το σύστημα, τα πόδια θα τα βάζετε έτσι, κλπ,κλπ...», δεν υπήρχε. Δεν-ήξερε-κανείς-τίποτα. Μα τί-πο-τα! Βάζανε για προπονητή συνήθως τον πιό ...μεγάλο σε ηλικία παίκτη. «Μεγάλωσες τώρα», του λέγανε. «Αναλαμβάνεις προπονητής!»...

-Αφού γινόντουσαν αυτά στην Ισπανία, φαντάζομαι τί θα γιν-τανε σ΄εμάς αντίστοιχα.

-Κάποτε, ένας προπονητής καλός της κολύμβησης και του πόλο επίσης, μού ΄πε μιά μεγάλη κουβέντα.

Μεγάλη κουβέντα. Κάπου καθήσαμε μαζί σε μιά εκδήλωση, κι αυτός γύρισε και μου είπε, εμπιστευτικά: «-Πέπε, οι προπονητές δεν ξέρουνε τίποτα. Μα τίποτα! Ο μόνος που ξέρει κάτι είναι ο προπονητής της Μπαρτσελόνα στο κολύμπι, που όταν ξεκινάει το πρωτάθλημα, τα παιδιά του δεν είναι ...κρυωμένα!» Εδώ, ούτε ζέσταμα δεν κάναμε πριν τους αγώνες, δεν ξέραμε ούτε καν το ζέσταμα... Πηδάγαμε μέσα στο νερό, στηνόμασταν, και περιμέναμε το σφύριγμα της αρχής του διαιτητή. Με τους πρώτους ολλανδούς προπονητές που ήρθανε σ΄εμάς για το κολύμπι κάπως αρχίσα-με να ξετυφλωνόμαστε. Και στο πόλο μας όταν ήρθε ο Ζολουό-μι από την Ιταλία . Ο ούγγρος. Ο μεγάλος ο παίκτης και προπονητής της Ράρι Νάντες Νάπολι. Της πιό σπουδαίας τότε ομάδας στην Ιταλία. Αυτός το ΄60 ήταν στους Ολυμπιακούς της Ρώ-μης προπονητής τους και τους οδήγησε στο χρυσό. Εμάς μας είχε το ΄48 και το ΄52 στο Λονδίνο και στο Ελσίνκι. Αυτός κάτι πήγε να μας φτιάξει. Μιλάμε για τον μόνο άνθρωπο του πόλο, που έχει πάει σε επτά Ολυμπιακούς Αγώνες σαν προπονητής. Γιατί το ΄68 και το ΄72 ήταν πάλι μαζί μας.

-Εσείς;

-Εγώ μόνο δύο. Μία με την Ισπανία αλλά σαν δεύτερος, και μία με την Ελλάδα πρώτος, στο Λος Άντζελες το ΄84. Ο Όρλιτς ο μεγάλος γιουγκοσλάβος προπονητής...

-Ο πατέρας και του Μιλάνοβιτς, όπως μας έλεγε...

-Τον λάτρευε τον Ζολουόμι. Ο Ζολουόμι πέθανε το ΄92, πριν τη Βαρκελώνη. Κι ο Στάμενιτς τον είχε περί πολλού.

-Κι εσείς όμως κάνατε τόσα για το πόλο, το ισπανικό και το δικό μας.

-Πέστε πως ακολούθησα κι εγώ στο δρόμο του Ζολουόμι. Που έ-λεγε: «Εγώ ποτέ δεν είπα πως είμαι προπονητής. Πέρλες μόνο αναζητάω, μαργαριτάρια»...

-«Αλιείς Μαργαριταριών», Μπιζέ.

-Ανοίγεις το στρείδι και κοιτάς. Και λες, «-Α! Αυτός καλός είναι. Τον παίρνουμε να τον φτιάξουμε. Αυτό το στρείδι άδειο είναι. Δεν μας κάνει». Περίεργη, δηλαδή, φιλοσοφία. Ο Ζολουόμι τους κοίταγε και στα μάτια. Από το βλέμμα τους αποφάσιζε αν κάνουνε ή δεν κάνουνε...

-Μονζουίκ, λοιπόν, 1966:

-Κι εγώ ήμουνα πιά προπονητής, κι εγώ χωρίς να έχω ιδέα. Πού να ξέρω, άλλωστε; Όταν οι δικοί μου προπονητές μας στέλνανε πάνω-κάτω στην πισίνα λίγο, κι αυτό ήταν όλο. Αλλά ξεκίνη-σα. Χωρίς να κοιτάω τα παιδιά στα βλέμματα, γιατί τόσο μεγά-λος φιλόσοφος σαν τον Ζολουόμι δεν ήμουνα. Πάντως, τακτικές σε επίπεδο συστήματος ήταν ακόμα άγνωστο πράγμα. Ξεκινήσαμε με προσωπικές τακτικές. «-Εσύ παίρνεις τον 6, εσύ παίρνεις τον 7, εσύ τον 8»...

-Ο παράδεισος του μαν-του-μαν. Των «μαντουμαδόρων» του ...Αλέφαντου!

-Από τον Ζολουόμι εγώ είχα ξεσηκώσει κι αυτό: ποτέ δεν χαλά-λιζα τον καλύτερό μου παίκτη πάνω στον καλύτερό τους. Τον χειρότερό μου έβαζα πάνω του. Ώστε, αν τον βγάλει έξω γρή-γορα, πολύ μικρό το κακό. Αν όμως ο δικός μου ο χειρότερος βρεθεί σε καλή μέρα και, παρ΄ελπίδα, τον σταματήσει, το κέρ-δος μας είναι τότε τεράστιο. Άσε που ο δικός μας ο καλύτερος έμενε έτσι ελεύθερος, να κάνει ό,τι κάνει. Ούτε ζώνη είχαμε τό-τε, ούτε πρέσσινγκ, ούτε άλλο σύστημα στην άμυνα, άλλο στην επίθεση. ΄Εβαζες στον πιό νευρικό αντίπαλο πάνω τον πιό ενοχλητικό δικό σου, και τον έβγαζες έξω ...βγάζοντάς τον από τα ρούχα του. Θα σας πω μιά ιστορία, αστεία λίγο εδώ: Παίζαμε, εγώ με την Ισπανία προπονητής, το ΄78, σ΄ένα τουρνουά με την Ελλάδα στη Γερμανία. Τον Γιαννουρή τότε δεν τον είχα ακόμα γνωρίσει, αλλά ήταν μαζί, αναπληρωματικός του Κώνστα, νομίζω. Κι αυτό τό ΄μαθα το ΄93, δεκαπέντε χρόνια μετά: πριν το παιχνίδι οι Έλληνες μοιράζανε τους παίκτες, «-Εγώ θα πάρω αυτόν», «-Εγώ τον άλλο». Κι ένας, λέει: «-Εγώ θα πάρω τον ...μικρό». Ξέρετε ποιός ήτανε «μικρός», ο εύκολος;

-Ο Εστιάρτε;

-Ακριβώς! Στην πρώτη του διεθνή εμφάνιση. Δεκαέξι χρονών. Και δεν τον ήξερε κανένας. Ο «μικρός» έσκισε, κέρδισε η Ισπα-νία με πέντ΄-έξι γκολ διαφορά. Αυτά είχανε οι προσωπικές τακτικές, σ’ Ελλάδα κι Ισπανία, σε χώρες που δεν ήσαν στο επίπεδο της Ιταλίας ή των Ανατολικών τότε Χωρών. Για να ξαναπώ και κάτι για μένα, εγώ στην αρχή ήμουνα ερασιτέχνης του χώρου. Φωτογράφος ήμουνα, με μαγαζί, και τις ελεύθερές μου ώρες έκανα το χόμπυ μου. Από το ΄66 αντιμετώπισα πιά τα πράγματα με την απαιτούμενη σοβαρότητα. Πήρα τη Μονζουίκ από την ...34η κατηγορία...

-Αλά τη Βουλιαγμένη ο Γιαννουρής...

-Χάναμε από τη Μπαρτελόνα με τριάντα γκολ διαφορά. Και το ΄69 ήμασταν στην πρώτη Εθνική. Και βγήκαμε και τρίτοι στο πρωτάθλημα τον πρώτο χρόνο εκείνο. Το ΄72 πήραμε το πρωτάθλημα.

-Βίοι παράλληλοι με τον μαθητή σας. Αν και η Βουλιαγμένη έκανε δέκα χρόνια στην πρώτη Εθνική, για να πάρει το πρώτο πρωτάθλημα.

-Από το ΄69 έπαιρνα και κάποια ...οδοιπορικά σαν προπονητής. Αλλά από το ΄72 αλλάξανε, πολύ προς το καλύτερο, τα πράγματα. Κι έγινε πιά η φωτογραφία το χόμπυ μου... Και το ΄74 έγινα ομοσπονδιακός, πρώτος μάλιστα, γιατί αρρώστησε ο Ζολουόμι. Πρώτα ανεπίσημα και, λίγο μετά, επίσημα. Μετά το Μόναχο. Αλλά ώς το ΄79 που έμεινα, τις μεγαλύτερες επιτυχίες η Ισπανία τις είχε στους εφήβους. Και όλες τις ομάδες τις είχα εγώ, Άνδρες, Νέους, Εφήβους, όλους.

-Ούτε αυτό ήταν όπως σήμερα.

-Είχα βάλει πολύ νέα παιδιά. Ο Ζανέ κι ο Σανς ήσαν οι μεγαλύτεροι, στα ...εικοσιδύο τους. Και στους Άνδρες πάλι οι Νέοι παίζανε.

-Να η δική σας φιλοσοφία, λοιπόν: Τόπο στα νειάτα!...



-Καλύτερα να έχεις στον πάγκο μικρούς, παρά μεγάλους. Γιατί οι μικροί είναι «κεριά αναμμένα». Ενώ οι μεγάλοι τον πάγκο δεν θέλουνε να τον βλέπουνε ούτε ζωγραφιστό. Βαριεστημένοι κάθονται, βαριεστημένοι μπαίνουνε και μέσα μόλις τους πεις. Ο μικρός, δεν προλαβαίνεις να του πεις να μπει, κι είναι ήδη στο νερό.

-΄Ετσι έγινε και με Εστιάρτε, και με Μαυρωτά, και με πολλά νέα παιδιά μαζί σας, νομίζω.

-Γιατί, στη Χίο το ΄87; Δεν πήγα, και ρωτάω για την ομάδα, και μου λένε και για δυό παίκτες φτασμένους, που τους πληρώ-νανε να πηγαινο-έρχονται από την Αθήνα. Και λέω, «-Εδώ υπάρχουν ένα σωρό παιδιά. Θα πληρώνουμε νά ΄ρχονται με ...μετάκληση καλλιτέχνες;». Ε, άλλο που δεν θέλανε κι οι Χιώτες, και σε λίγο εγώ είχα γεμίσει την ομάδα με νέα παιδιά. Κάποια από αυτά ακόμα παίζουνε...

-Πριν πάμε στη Χίο: στην Ελλάδα, στην Εθνική πώς ήρθατε;

-Παράξενα. Απρόσμενα. Με βρήκανε στη ...Σαουδική Αραβία. Κι ήρθε μιά πρόταση από την Ελλάδα. Νομίζω πως ο Γαρύ-φαλλος κι ο Πατλάκας είχαν συμβουλευτεί τον Λότζι, που ήταν ακόμα τότε προπονητής κι όχι παράγοντας μεγάλος, κι αυτός μάλλον με πρότεινε. Λέγοντάς τους διάφορα, καλά φαντά-ζομαι, για μένα. Και με πήρε κι αυτός στο τηλέφωνο, κι από την Ελληνική Ομποσπονδία μετά. Το ΄83. Κι ήρθα στην Αθήνα, και συμφωνήσαμε. Φθινόπωρο, θυμάμαι, πριν τους Ολυμπιακούς του Λος Άντζελες.

-Βρήκατε τότε εδώ μιά γενιά μεγάλων παικτών.

-Ναι. Πολύ καλούς παίκτες είχε κι η Ελλάδα. Μεγάλους. Αλλά δεν ήταν μόνο ο Εστιάρτε. Εδώ ήταν κι Μαυρωτάς. Ο «Γάτος». Ο Σελετόπουλος. Ο Ρούπακας, με όλες τις ατυχίες του. Νέα παιδιά, που δεν τά ΄φτιαξα εγώ βέβαια. Που τα βρήκα έτοιμα να βοηθήσουν. Μάλιστα, ερχόμενος, μου είπανε: «-Αυτοί είναι οι παίκτες σου. Μ΄αυτούς θα δουλέψεις. Αυτοί οι 20»... Και μέσα σ΄αυτούς ούτε ο Μαυρωτάς ήτανε, αλλά κι ούτε ο Χαραλα-μπίδης, ο αριστερόχειρας του Ολυμπιακού...

-Ο Μπάμπης, ο συμπαίκτης μου, μιά φορά κι έναν καιρό.

-«-Και πού είναι οι άλλοι, οι άλλες ομάδες;», ρωτούσα εγώ. «-Έναν αριστερόχειρα δεν έχει ολόκληρη Ελλάδα;» Κι ο Μικέδης ήταν κιόλας είκοσι χρονών. Και δεν υπήρχε πουθενά στο χάρτη τους. Από τη Χίο μόνο ο Χριστοφορίδης, ο τερματοφύλακας υπήρχε. Μόνο Ολυμπιακούς κι Εθνικούς και Παναθηναϊκούς είχαμε. Κι από αυτούς, όχι όλους. Α, είχε κι η Γλυφάδα «Γάτο», Γιαννόπουλο, και τον αδερφό του τον τερματοφύλακα. Και Πάτερο. Και δεν υπήρχε και πρωτάθλημα, να δω, να διαλέξω κι εγώ, με το δικό μου μάτι. Δεν ήξερα καν πού υπήρχε πόλο. Στη Χίο, στην Πάτρα, πού; «-Πού είναι οι πατρινοί έστω;», ρώ-ταγα, γιατί κάποτε είχα παίξει διαιτητής στην Πάτρα. «-Αυτοί εδώ είναι», μου λέγανε. «-Μ΄αυτούς προχωράς».

-«-Τί θες τώρα και ρωτάς;»!

-Κι έγινε, ευτυχώς, μιά τελική φάση των Εφήβων στα Ιλίσια. Τότε εγώ πρωτοβλέπω τη Βουλιαγμένη. Με Μαυρωτά, Κακαρνάκη, Ρούπακα, με όλα τα παιδιά. Και δεν μ΄αφήνανε να καλέσω τον Μαυρωτά. Τότε όμως πέρασε το δικό μου, αλλά, το ήξερα, στο μέλλον δεν θα μπορούσα πιά να σταθώ. ΄Εφυγα μετά το Λος ΄Αντζελες, και πήγα στη Χίο, που μ΄αφήσανε κάπως να κάνω τη δουλειά μου. Κι ας τους σταμάτησα τον Δουρέκα και τον Πολίτη κι εκεί...

-Με τον Γιαννουρή η φιλία σας πόσο παλιά πάει;

-Από το ΄84. Τότε ο Γιαννουρής ήταν προπονητής στον Πανα-θηναϊκό. Από τότε κόκκινο πανί για κάποιους. Με τον Γιαννουρή και τον Όμηρο τον Πολυχρονόπουλο, στη Βουλιαγμένη τότε προπονητή, δεν θέλανε εγώ νά ΄χω πολλά-πολλά. Αλλά ήρθε και με βρήκε ο ίδιος ο Γιαννουρής. Σε μιά προπόνηση στην εικοσπεντάρα της Γυμναστικής Ακαδημίας. Κι ήρθε κι ο Πολυχρονόπουλος εκείνο το βράδυ, θυμάμαι, και φάγαμε μετά μαζί. Κι η ποιότητα αυτων των ανθρώπων με οδήγησε να τους κάνω φίλους μου για μιά ζωή.

-Και με τον Γιάννουρή καθήσατε και στον πάγκο μαζί, παίρ-νοντας κι αυτό το περίφημο ευρωπαϊκό Κύπελο του ΄97. Αλλά βρέθηκαν άνθρωποι που σας έριξαν στο νερό μέσα, όχι για πανηγυρισμό, άνανδρα, από χυδαία κακία κάποτε στον Πειραιά...

-΄Εχω πει: το Παπαστράτειο είναι το μοναδικό μέρος, που δεν θα ξαναπάω στη ζωή μου ποτέ. Αυτό που έγινε εκεί, χωρίς πρόκληση, χωρίς τίποτα, δεν μπορώ, δεν θα μπορέσω ποτέ να το ξεχάσω. Στην ηλικία μου, ενώ πήγαινα στη γραμματεία για το φύλλο αγώνος, ενώ η Βουλιαγμένη έχει φύγει κανονικά, να μου επιτίθενται άγρια ζώα, να μου σκίζουνε τα ρούχα, να με πετάνε στο νερό, να κινδυνεύω ξαφνικά να πνιγώ. Κι ο μόνος που ξύπνησε, και οφείλω να το πω, κι έσπευσε να με βοηθήσει τότε, ήταν ο Βολτυράκης. Γιατί εγώ ήδη είχα το πρόβλημα με τα πόδια μου, και, πέφτοντας με τα ρούχα στο νερό, έχασα τον προσανατολισμό μου, και πραγματικά πήγα, χτυπημένος, να πνιγώ. Δεν ήξερα πού ήταν η επιφάνεια, και πού ο βυθός.

-Πέπε, πού βρίσκεται το πόλο σήμερα;

-Εγώ πάντα θεωρώ πως, όχι μόνο το πόλο, αλλά όλα τα σπορ προχωράνε. Πάνε πάντα παρακάτω. Δεν είμαι άνθρωπος να μένω προσκολλημένος σε κανένα παρελθόν, να λέω, «-Παλιά ήταν καλύτερα». Όχι. Πάντα υπάρχει βελτίωση. Στη φυσική κατάσταση, στην τακτική, σε όλα. Κι ο κάθε προπονητής κάθε μέρα που περνάει είναι όλο και πιό έτοιμος για τη δουλειά του, με όλο και περισσότερα «όπλα». Με βίντεο σήμερα, κομπιού-τερς, με γιατρούς, μασέρ, βοηθούς, συνθήκες οικονομικά καλύτερες. Γι’ αυτό εγώ τα μάτια μου δεν τα κλείνω, δεν μένω στα παλιά. Αλλά...

-Αλλά;...

-Αλλά, όσον αφορά κάτι είμαστε όπως είμαστε 70-75 χρόνια πριν. Δεν «πουλάει» το πόλο. Δεν έχουμε βρει τρόπο να το «πουλήσουμε» το τόσο συναρπαστικό άθλημα αυτό. Δεν έχει βρεθεί ούτε ο τηλεοπτικός, ούτε ο διαφημιστικός τρόπος να πουληθεί το προϊόν της υδατοσφαίρισης σωστά. Πόσα σπορ που ήταν πίσω μας, σαν το βόλεϋ, σαν το χάντμπωλ, σαν το μπάσκετ ακόμα, είναι τώρα τόσο μπροστά; Και μας περάσανε με τους σπόνσορες, με τη διαφήμιση, με τα λεφτά. Κι εμείς μένουμε πάντα στη χρυσή μετριότητα. Δεν ξέρω, αλλάζουνε και τους κανονισμούς συνέχεια. Θα δούμε πώς θα πάνε και με τους καινούργιους.Αλλά το πρόβλημα του πόλο δεν είναι στους κανονισμούς. Το πρόβλημα του πόλο είναι στο πώς θα «πουληθεί» σαν σπορ σωστά, καλύτερα. Κι ύστερα, ένα τόσο καλοκαιρινό άθλημα, άθλημα που ξεκίνησε από τη θάλασσα, από τις παραλίες, γιατί να έχει γίνει τόσο χειμερινό, τόσο κλεισμένο στα κλειστά κολυμβητήρια, με το κρύο; Εμένα αυτό μου μοιάζει σαν να θέλει κάποιος να κάνει χιονοδρομίες μες στο καλοκαίρι. Γίνεται κι αυτό: με χιόνι τεχνητό. Αλλά δεν το κάνει κανείς...

-Το κάνουνε λίγο, είδα, με χώμα και γκαζόν στα βουνά!

-Πουλάμε το χειμώνα ένα σπορ τόσο καλοκαιρινό. Κι αυτό είναι μιά παράμμετρος αρνητική. Όσα και Παγκόσμια, και WorldLeaguesνα γίνονται το καλοκαίρι, κάποιες χώρες αναγκαστικά περνάνε χωρίς πόλο πολύ –και ωραίο- καιρό.

-Σε τί διέφεραν ένας Ντε Ματζίστρις, ένας Φάραγκο, ένας Απανασένκο, ένας Μιλάνοβιτς, από τους σημερινούς παίκτες;

-Αυτό το νόμισμα έχει δύο όψεις. Εσείς αναφέρατε πολύ μεγάλα αστέρια τώρα. Αυτοί θα υπήρχαν άνετα και σήμερα, ...αν υπήρχαν. Σήμερα όμως, η φιλοσοφία, ο τρόπος του παιχνιδιού, οδηγεί αλλού. Σήμερα ο βασιλιάς είναι το σύστημα. Βέβαια, παίκτες σαν τον Βουγιασίνοβιτς, τον Κάσας, τον Πέρεζ,

εκείνον τον μικρό φουνταριστό τώρα της Ποσίλιπο, αν τους δινότανε μεγαλύτερη ελευθερία, θα κάνανε κι αυτοί γοητευτικές ενέργειες. Σαν τους παλιούς. ΄Ομως έτσι είναι σήμερα τα πράγματα. Οι ομάδες ορχήστρες, χωρίς τους σολίστς τους συνέχεια επί σκηνής. Εκτός κι αν φτάσουν κάπου τα πράγματα.

-Πού;

-Να ένα εύκολο παράδειγμα, ...καλοκαιρινό: Ελλάδα-Κροατία, μικρός τελικός, Παγκόσμιο του Μόντρεαλ. Το νικητήριο γκολ: ο Χρήστος Αφρουδάκης, κι ο Γιώργος Αφρουδάκης. Πάσα κι αμέσως γυριστό. Γιατί; Γιατί, αν δεν το κάνει τότε, δεν θα το κάνει ποτέ! Μένανε μόνο 11’. Ήσαν υ-πο-χρε-ω-μέ-νοι, δεν γινότανε αλλιώς. Γιατί, αν υπήρχε καιρός, η μπάλα μπορεί να μην περνούσε, ο Γιώργος να μην έκανε σουτ, αλλά να κέρδιζε αποβολή, και να χανόντουσαν όλα στο ...σύστημα. Γιατί καλό το σύστημα, αλλά κι η ελευθερία, όταν ξέρεις πότε και πώς να τη χρησιμοποιήσεις, επίσης καλή.

ΣΩΤήΡΗΣ ΚΑΚίΣΗΣ

*Υ.Γ.Η συνέντευξη του Μπράσκο Κατά επρόκειτο να δημοσιευθεί στο 12ο τεύχος του περιοδικού WATERSPORTS, ένα τεύχος που δεν κυκλοφόρησε ποτέ. Εδώ (aquaticsnews)δημοσιεύεται προς τιμήν του μεγάλου αυτού προπονητή, με την άδεια του Σωτήρη Κακίση.
Άβαταρ μέλους
Lambros10
Site Admin
 
Δημοσιεύσεις: 2168
Εγγραφή: Τρί Ιαν 18, 2005 5:09 pm

Επιστροφή στο Συνεντεύξεις - Αφιερώματα

Μέλη σε σύνδεση

Μέλη σε αυτή την Δ. Συζήτηση : Δεν υπάρχουν εγγεγραμμένα μέλη και 1 επισκέπτης

cron