Μιλούν για τα παιδιά τους, αναφέρονται στις ακραίες αντιδράσεις τους και στη συνέχεια στα μειονεκτήματα του χαρακτήρα τους.
Εάν τους αφήσω να μιλήσουν αρκετά, σιγά σιγά, μεταφέρουν τη συζήτηση στον εαυτό τους.
Μιλούν συνήθως για το πόσο τους έχουν κουράσει οι ακραίες και αντιδραστικές συμπεριφορές του παιδιού και για τις δυσκολίες τους να κατανοήσουν και να τις χειριστούν. Αν αφήσει κανείς αυτούς τους γονείς να μιλήσουν αρκετά, συνήθως αρχίζουν να αναφέρονται στα δικά τους καθημερινά δυσβάσταχτα προβλήματα, στην έλλειψη χρόνου δημιουργικού, ψυχαγωγίας, στόχου, για την έλλειψη χαράς στη ζωή τους.
Δεν είναι δε λίγοι οι γονείς που θα αρχίσουν να μιλούν για τα δικά τους παιδικά χρόνια, σαν να έχουν ξεχάσει προς στιγμήν ποιος είναι ο παραβάτης .
Το πρώτο πράγμα που ρωτώ τους γονείς αυτούς είναι: «Σε τι είναι πολύ καλός ο Γιάννης ;». Παραδόξως, το μεγαλύτερο ποσοστό των γονέων σε αυτήν την ερώτηση, κομπιάζουν να απαντήσουν, και ανακόπτεται η ταχύτητα με την οποία μέχρι τώρα μιλούσαν. Το παιδί τους κοιτάει με έκδηλη συχνά απορία , κάποιες φορές μάλιστα έκπληξη που υποδηλώνει ότι τέτοια συζήτηση που να αφορά τα από φύσεως τάλαντα, δεν έχει γίνει εδώ και καιρό στην οικογένεια. Συχνά κάποιες σπασμωδικές απαντήσεις των γονέων αφορούν τελείως επίκτητες συνήθειες «είναι πολύ καλός στα ηλεκτρονικά παιγνίδια», οι οποίες με τον τρόπο που εκφράζονται περικλείουν ακόμα περισσότερη κριτική.
Πολλά έχουν να πουν οι γονείς αυτοί για την παρέκκλιση από το «πρέπει» το «σύνηθες» και το «αναμενόμενο» και ελάχιστα για την παρέκκλιση από τη φύση του παιδιού. Πολλά έχουν να πουν για την απομάκρυνση από την εκπλήρωση, μέσω του παιδιού τους, του δικού τους προσωπικού οράματος και ελάχιστα για την δικαίωση του προσωπικού οράματος τους παιδιού τους.
Πάντα έτρεφα ένα απεριόριστο θαυμασμό για τους γονείς που «άκουσαν».
Για τους γονείς των παιδιών χρηστών ουσιών, που «πήραν το μήνυμα» και άλλαξαν τα πάντα στη ζωή τους με μεγάλο προσωπικό κόστος.
Κάποιοι που γνώρισα παράτησαν εργασίες, πολυάσχολες επιχειρήσεις, άνοιξαν την κλειστή ζωή τους και αγκάλιασαν τα παιδιά τους.
Έγιναν μέρος της ζωής τους, έτρεξαν σε κοινότητες απεξάρτησης μαζί τους, δέχτηκαν και παραδέχτηκαν την ανάδειξη της προσωπικής τους «νόσου», ως γενεσιουργού και κυρίαρχης αιτίας της νόσου των παιδιών τους. Γνώρισα όμως και γονείς που με τα ίδια κομψά ρούχα, το ίδιο μειδίαμα στην έκφραση, την ίδια πολυάσχολη εργασία, τους ίδιους εργασιακούς στόχους, αναζήτησαν και εναπόθεσαν τη θεραπεία των παιδιών τους σε «τρίτους» ειδικούς, παραχωρώντας τους παράλληλα και το γονεικό ρόλο.
Θυμάμαι κάποιον πατέρα που πάνω στη δίνη της προσπάθειας απεξάρτησης του παιδιού του, άνοιξε και δεύτερο μαγαζί, καταποντίζοντας τα όνειρα του παιδιού για επικοινωνία με τον πατέρα και οδηγώντας το σε μεγάλη υποτροπή στην εξάρτηση. Οι γονείς που δεν άκουσαν.
Ακόμα όμως πιο ανάξια των περιστάσεων όμως σε στιγμές έξαρσης μίας ακραίας, αντιδραστικής ή παραβατικής συμπεριφοράς των παιδιών, είναι η συμπεριφορά των γονέων που «καμώνονται ότι ακούν». Αυτών που εκ του ασφαλούς, και χωρίς πραγματικό προσωπικό κόστος, χωρίς να αλλάξουν ριζικά κάτι μέσα τους, μετατρέπουν απλά τους κώδικες επικοινωνίας με το παιδί. Αυτή η διανοητικοποιημένη αντίδραση, χωρίς συναισθηματική ή πνευματική δόνηση, δημιουργεί ακόμα περισσότερο σύγχυση στην «αλήθεια» και στην ισοτιμία της σχέσης, οδηγώντας την σε απρόβλεπτες εξελίξεις, συχνά εξωθώντας την αντιδραστική συμπεριφορά του παιδιού σε βάθος χρόνου. Ο γονιός που τώρα, κάνει ότι ακούει τα παράπονα του παιδιού του, χαμηλώνει αλλά δεν κλείνει τον ήχο της τηλεόρασης. Ξεκλέβει τώρα, ώρες για το παιδί του, αλλά δεν του της αφιερώνει. Χαμογελάει τώρα πιά, όταν εκδηλώνεται ένα φυσικό του τάλαντο που δεν του ικανοποιεί τις δικές του προσδοκίες αλλά δεν χαίρεται από καρδιάς. Η μητέρα που τώρα λέει ότι «εμείς είμαστε φίλες με την κόρη μου» και αγοράζει με περισσή αυταρέσκεια τα ίδια νεανικά ρούχα για να φορέσει και να βγεί μαζί της, υποδηλώνοντας για μια ακόμα φορά, πιο συγκαλυμμένα, αλλά πιο επιθετικά από κάθε άλλη φορά την προσωπική της άρνηση να ακούσει.
Στα πρόσφατα γεγονότα της ακραίας αντιδραστικής ή παραβατικής συμπεριφοράς των παιδιών μας, κάποιοι φρόντισαν να τους βάλουν γρήγορα ταμπέλες περί αντιεξουσιαστών, κουκουλοφόρων, παραβατικών, πλιατσικολόγων, εγκάθετων, παρασυρμένων και τόσες άλλες κατά το δοκούν, ώστε να μην προλάβει η κοινή γνώμη να σκεφτεί καν και να τοποθετηθεί η ίδια, να μην εξελιχθεί στο ελάχιστο η κοινωνική συνειδητότητα παρακολουθώντας τα γεγονότα. Κάποιοι φρόντισαν σκοπίμως να ξεχάσουν ότι «είναι όλα τους παιδιά μας» και αντανακλούν καθαρότερα αυτό που έχουμε από καιρό μέσα μας καλλιεργήσει ως κοινωνία. Τον καταπιεσμένο θυμό, την κοινωνική φοβία, το μίσος της εκδίκησης, την καθημερινή έντεχνα συγκαλυμμένη μικρο-παραβατικότητά μας.
Από πλευράς πολιτικής, δικαστικής, δημοσιογραφικής ακαδημαϊκής και κάθε άλλης ηγεσίας, είδαμε αυτό που ακριβώς βλέπουμε στο ιατρείο.
Αφενός μεν ιθύνοντες που έχουν πολλά να πουν για την ακραία, αντιδραστική και παραβατική συμπεριφορά των παιδιών, αλλά ελάχιστα για τις φυσικές αξίες τους, αφετέρου δε ιθύνοντες που «καμώμονται» ότι ακούν, προσδοκώντας ένα μικρό ή μεγάλο προσωπικό όφελος από την έξυπνη-πονηρή εκ του ασφαλούς συστράτευση και κατανόηση με την καθαρότερη νεανική φύση που μίλησε, έστω και παραβατικά. Κάποιοι δηλαδή έσφιξαν τις γραβάτες τους περισσότερο και κάποιοι τις πέταξαν, αλλά λίγοι απενδύθηκαν της προσωπικής τους νόσου πραγματικά.
Το παιδί που φτάνει στο σημείο να τα σπάσει όλα μέσα στο σπίτι, δεν πρέπει να το «σκοτώσεις» στο ξύλο, αλλά ούτε και να αδιαφορήσεις περιμένοντας απλά το χειρότερο.
Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι είναι νόμος της φύσης το απόστημα να σπάει με οσμή και ότι η χρόνια νόσος θεραπεύεται μόνο με επαναφορά της σε οξεία φάση. Αρκεί να χειριστεί κανείς αυτήν την οξεία φάση με σύνεση, ούτε με καταστολή αλλά ούτε και με αδιαφορία. Αρκεί να μην απομονώσει τα φαινόμενα κατά πως τον εξυπηρετεί διανοητικά, αλλά να αφήσει τον εαυτό του να τα χρησιμοποιήσει σαν εφαλτήριο αφύπνισης και εξέλιξης.
Χάνεται μία νεανική ζωή και πρέπει να συνδεθεί, ως οξεία νοσηρή έκφραση μίας χρόνιας νόσου, με τις τόσες άλλες φυσικές και πνευματικές ζωές που χάνονται καθημερινά στα ελλιπή νοσοκομεία, στα ελλιπή σχολεία, στα ελλιπή Πανεπιστήμια, στους ελλιπείς δρόμους. Καταστρέφονται περιουσίες και το γεγονός πρέπει να συνδεθεί με την χρόνια καταστροφή της υλικής και πνευματικής περιουσίας ενός λαού που η τελευταία του ελπίδα για ανάπτυξη έσβησε με την πτώση του χρηματιστηρίου, σαν να ήταν αυτό η σωτήρια λύση στο πρόβλημά του. Καίγεται ένα τεχνητό δέντρο στην συμβολικότερη πλατεία της χώρας, και κανείς δεν το συνδέει με τα εκατομμύρια φυσικά δέντρα που κάηκαν τα τελευταία χρόνια σε κάθε γωνιά της.
Αντί αυτού επιμένουμε να μην ακούμε ή να κάνουμε πώς ακούμε. Και το αποτέλεσμα αυτής της νοσηρής μας στάσης είναι να μην συνειδητοποιούμε τη νόσο, οπότε βάζουμε ή καθόλου ή λάθος διάγνωση. Βιαζόμαστε να ξεπεράσουμε το πρόβλημα, να καταστείλουμε και να ξεχάσουμε τα συμπτώματα, ξεχνώντας ότι κάθε φορά που τα καταστέλλουμε με κορτιζόνη, η νοσηρή προδιάθεση βαθαίνει επικίνδυνα.
Αντί λοιπόν ως γονείς, πολιτικοί, εργαζόμενοι, φορείς παιδείας, γνώσης, διακαιοσύνης, φιλοσοφίας, μόρφωσης, εκπαίδευσης, υγείας, πολιτισμού και κυρίως ως ενήλικες να αφουγκραστούμε τα βαθύτερα αίτια και νοήματα των γεγονότων, εμείς δράσαμε ανώριμα χωρίς να καταλαβαίνουμε ή καμώνοντας πώς καταλαβαίνουμε το βαθύτερο μήνυμα, χωρίς καμιά διάθεση να αλλάξουμε στάση φυσικής, διανοητικής συναισθηματικής και πνευματικής ζωής.
Αντί να αφήσουμε στη θέση του το καμένο τεχνητό δέντρο ως σύμβολο μίας ζωής που χάθηκε, και να ανοίξουμε το μυαλό μας, και την ψυχή μας στον αληθινό κοινωνικό διάλογο, μαζεμένοι με αληθινή αγάπη και κατανόηση κάθε βράδυ γύρω από αυτό, τι κάναμε; Με τη στάση μας καταφέραμε σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα να ζήσουμε ένα ακόμα πιο φαιδρό και συνάμα επικίνδυνο θέαμα, ως σύμπτωμα της ανόητης στάσης μας.
Καταφέραμε στο μέσον της δημοκρατικής μας πλατείας να φυλάμε το Χριστουγεννιάτικο τεχνητό μας δέντρο με δυνάμεις περιφρούρησης και καταστολής, ως απόλυτη ένδειξη του λάθος μηνύματος παραδεχόμενοι την αποενοχοποίηση μας για την ανημπορία μας να προστατέψουμε τα εκατομμύρια δέντρα που κάηκαν πρόσφατα.
Είμαστε τελείως …. ανόητοι, ανώριμοι και κατώτεροι των περιστάσεων, μίας ζωής, ενός πολιτισμού, μίας φύσης, ενός πνεύματος, ενός πλανήτη που πεθαίνει κλαίγοντας.
αναδημοσίευση απο το e-blog μας στο Θεμα : Με αφορμή ... τον Αλέξανδρο
http://waterpolopaok.wordpress.com/%ce%bc%ce%b5-%ce%b1%cf%86%ce%bf%cf%81%ce%bc%ce%ae-%cf%84%ce%bf%ce%bd-%ce%b1%ce%bb%ce%ad%ce%be%ce%b1%ce%bd%ce%b4%cf%81%ce%bf/